Αχέροντος

/ Παρασκευή, 14 Ιουνίου 2019

Οδός Αχέροντος. (Από το 1990)
Αχέροντας: Ποταμός του νομού Θεσπρωτίας διασχίζει τον νομό Πρέβεζας της Ηπείρου. Πηγάζει απ’ την περιοχή του Σουλίου, διασχίζει τη Θεσπρωτική πεδιάδα όπου και συναντά τον Κωκιπό και διαμέσου της Αχερουσίας λίμνης –η οποία έχει αποστραγγισθεί- χύνεται στο Ιόνιο Πέλαγος.
Τα λιμνάζοντα νερά, το απόκρημνο φαράγγι και μια δυσοσμία της λίμνης έγιναν μίασμα, για την περιοχή.
Υπάρχουν ποτάμια και ποτάμια, όμως στην αρχαία μας μυθολογία είναι ολοζώντανα. Ο Αχέρων, όπως πιστευόταν στην αρχαιότητα, συνδεόταν με τον Άδη. Αχέρων χωρίς χαρά ή άγχος θλίψη. Από τους Μυκηναϊκούς χρόνους ιστορείται αυτός ο μύθος. Ο Όμηρος και ο Ηρόδοτος μνημόνευαν το φημισμένο –σε όλο τον αρχαίο κόσμο– νεκρομαντείο της περιοχής, μάλιστα ο Όμηρος περιγράφει την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πάρει τον χρησμό από τον Τειρεσία για τον γυρισμό του στην Ιθάκη. Εκεί, στην αίθουσα της σιωπής (που επικοινωνούσε με τους κατοίκους του Άδη), στην αίθουσα των χαμένων αισθήσεων βασίλευε ο Δίας του πραγματικού κόσμου. Ο Ποσειδώνας βασίλευε στον υδάτινο κόσμο, και ο Άδης στον κάτω κόσμο (βεβαίως κοντά στο σκοτεινό ποταμό όπου φυγαδεύονταν οι ψυχές στον Άδη). Ο Ερμής ήταν υπεύθυνος να συνοδεύει τις ψυχές των νεκρών, και τις παρέδιδε στον Χάροντα γιο του Ερέβους και της Νύκτας με την καταβολή σχετικού οβολού, τον οποίο έφεραν οι νεκροί στα χείλη τους. Μάλιστα ο Λουκιανός στους νεκρικούς διαλόγους έγραφε για όσους δεν έφεραν νόμισμα, και παρέμεινε το γνωστό <ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος>. Στον Α. αναφέρεται ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη, όταν για να εκτίσει την ποινή του ηθικού χρέους για τον αδελφό της διέσχισε, τον ποταμό των ψυχών. Ο πολύφερνος ποταμός πολύφερνος και στις ψυχές απ’ το φως στο σκοτάδι, απ’ τον μύθο στην πραγματικότητα, απ’ το χάος που προέκυψε η ζωή, και επιστροφή στο χάος του Άδη. Αχέροντας θάνατος, αποχαιρετισμός λήθη, αφετηρία στο παρελθόν του κόσμου.
Μαυροπόταμος αποκαλείται σήμερα και αξιοποιούν τα νερά του στους προαναφερόμενους νομούς, ορμητικός στην αρχή, πλωτός στις εκβολές του, και προστατευόμενη περιοχή ως Νατούρα 2.000.
Στην πλωτή ξενάγηση, που γίνεται, μπορείς να θαυμάσεις το αρχαίο νεκρομαντείο της περιοχής, το παλάτι του Άδη και της Περσεφόνης βασίλισσας του Κάτω Κόσμου. Μάλιστα μας έδειξαν σπόρους σταριού λέγοντας πως τους μασούσαν οι επισκέπτες κατά την ώρα της μύησης.
Στην είσοδο του νεκρομαντείου περίμεναν οι επισκέπτες που επιθυμούσαν να επικοινωνήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα και υποβαλλόταν σε ψυχοσωματικές δοκιμασίες από τους ιερείς του νεκρομαντείου, μασώντας διάφορους σπόρους σταριού, κουκιών, μέσα στο σκοτάδι έχανε ο επισκέπτης την αίσθηση του χώρου – χρόνου ζούσε σαν σε παραίσθηση, και πίνοντας αίμα λέει μπορούσαν ν’ αναγνωρίσουν το ευφάντασμα των δικών τους. Από τότε οι ιερείς εξαπατούσαν τους αφελείς που πίστευαν σε τέτοιες δοξασίες, διότι όσο ο επισκέπτης του νεκρού βρισκόταν στο χώρο κρυφάκουγαν τις σκέψεις του και απαντούσαν δήθεν για τον νεκρό. Ο Άδης – Πλούτωνας σαν διοικητής του στρατοπέδου των νεκρών του κάτω κόσμου διαμαρτυρήθηκε στον θεό των θεών Δία επειδή έμεινε άνεργο το προσωπικό της υποδοχής [Χάρων, Κέρβερος] και λοιποί, και γιατί: διότι οι γιατροί Ασκληπιός – Ιπποκράτης γιάτρευαν τον κόσμο και δεν πέθαινε.
Επάνω εκεί στα ερείπια του αρχαίου μεγαλείου, οι χριστιανοί έστησαν μια εκκλησία αφιερωμένη στον κάθ όλα άσχετο με τον ελληνισμό άγιο Γιάννη. Δεν θα μπορούσαν τουλάχιστο να ονομάσουν την εκκλησία ναό της Ανάστασης να δένει με την επιστροφή στην ζωή της Περσεφόνης; Πολλούς βλέπουμε στην μυθολογία να κατεβαίνουν στον Άδη, όπως ο Ορφέας για την Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για τον Κέρβερο, ο Θησέας για την Περσεφόνη.
Μας έλεγε ο ξεναγός πως η περιοχή στα μυθικά χρόνια είχε εκατομμύρια κουνούπια που προξενούσαν θανάτους, απ’ όπου προήλθε και το νεκρομαντείο.
Με θυμοσοφία ή από ένστικτο εσωτερικής αναζήτησης οι αρχαίοι έψαχναν για καταφύγιο να αποθέσουν την ηρεμία της ψυχής των δικών τους.
Όλα είναι μύθος, όπως ο δράκος που βρωμούσε το ποτάμι και για μη το κάνει έπρεπε να ταϊζόταν με μια κόρη, όταν όμως βρέθηκε ένας χριστιανός επίσκοπος που σκότωσε τον δράκο, και μέχρι σήμερα γιορτάζεται σαν άγιος ο Αη Δονάτος, και που η περιοχή μολυνόταν από τον δράκο, σήμερα αποκαλείται Γλυκός.
Του σοφιστή Λουκιανού, ο αινιγματικός διάλογος μεταξύ του βαρκάρη-Χάροντα και του Μένιππου κυνικού.

Χάρων. Πλήρωνε ρε χαμένε το ναύλο.

Μένιππος. Δεν έχω και ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, ο Ερμής που μ’ έφερε εδώ να πληρώσει εκείνος.

Χάρων. Δεν ήξερες ρε ψεύτη πως έπρεπε νάχεις τον οβολό;

Μένιππος. Το ήξερα αλλά δεν είχα, να μη πεθάνω;

Όσο για το νόμισμα που έφερε συνήθως στο στόμα ο νεκρός για να πληρώσει τα ναύλα στον βαρκάρη για τον Κάτω Κόσμο, οι της ανώτερης τάξης έφεραν χρυσό ή αργυρό ως άφθαρτο της ψευδαίσθησης της αιωνιότητας, και με φορολογία στα πολυτελή μνημεία, οι δε λοιποί πλήρωναν με οβολό, δραχμή, στατήρα.
Το ταξίδι των ψυχών των αρχαίων ελλήνων στον Κάτω Κόσμο, η μεταθανάτια πίστη στην διαδρομή της ψυχής είχε τις ανάλογες φιλοσοφικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις της κοινωνίας χωρίς δογματικές δοξασίες, κάτι που έχει συνέχεια και στην μεταθανάτια δογματική χριστιανική μεταφυσική ζωή.

graphics design by citrine.gr
Powered by ΚτΠ
web development by ΕΓΚΡΙΤΟΣ GROUP