Μακρυγιάννη

/ Τετάρτη, 19 Ιουνίου 2019

Οδός Μακρυγιάννη. ( Από το 1976)
Μακρυγιάννης Ιωάννης (1794 Δωρίδα – 1864 Αθήνα): Επιφανής στρατιωτικός, πολιτικός, αγωνιστής και εμβληματικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο οποίος επί 40 αταλάντευτα και ολόψυχα χρόνια έμεινε ταγμένος στην υπηρεσία του Γένους. Το οικογενειακό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου η Τριανταφιλοδημήτρης, αλλά από το μπόι του το μεγάλο ή και από μακρύ όνομα. προέκυψε το Μακρυγιάννης.
Καταγόταν από φτωχή γεωργοκτηνοτροφική οικογένεια, που από νωρίς έχασε τον προστάτη της και πατέρα του, κατά τις σκληρές αντιπαραθέσεις με τους Τούρκους. Αγράμματος, όπως και οι πλείστοι των συμπατριωτών του και ιδιαίτερα θρησκόληπτος. Μεγαλώνοντας, έγινε μικροέμπορος και με τα κέρδη του αγόραζε όπλα. Το 1820 πέρασε στις τάξεις των Φιλικών και με την έκρηξη της Επαναστάσεως πολέμησε στην Άρτα, το Μεσολόγγι και τα Σάλωνα, στο πλευρό του κορυφαίου Αγωνιστή της Ρούμελης Οδυσσέα Ανδρούτσου. Παράλληλα, στρατολογούσε πιστούς, τους όρκιζε και πολλές φορές τους ενίσχυε οικονομικά, δαπανώντας ότι είχε και δεν είχε στην υπόθεση του Αγώνα. Συνάμα πάσχιζε με ιδιοφυή τρόπο να συνενώσει τους αντιπάλους στον γνωστό εμφύλιο (1824 – 1825). Κατά τη πολύχρονη πολεμική του δράση τραυματίστηκε στην πολιορκία της Ακρόπολης (με διοικητή τον Ι. Γκούρα) με τρία βαριά τραύματα. Μόλις συνήλθε ξεκίνησε αγωνιζόμενος στους Μύλους της Λέρνης πετυχαίνοντας περιφανή ελληνική νίκη κατά των ορδών του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου. Το 1826 κατατάχθηκε στο τακτικό σώμα του Φαβιέρου, ενώ το 1843 συνέταξε τον περιώνυμο «Όρκο», εγείροντας τους Συνέλληνες σε εξέγερση κατά του απολυταρχισμού του Όθωνα, μαζί με τον πολιτικό – στρατιωτικό Δημήτριο Καλλέργη, κήρυξαν το γνωστό κίνημα -επανάσταση- του 1843, απαιτώντας επιτακτικά την καθιέρωση λαϊκού Συντάγματος. Το κίνημα αυτό καθώς είχε ως κέντρο του την πλατεία των Ανακτόρων, που έκτοτε καθιερώθηκε στο Πανελλήνιο ως Πλατεία Συντάγματος. Την ίδια στιγμή, συμμετείχε και η Εύβοια σ’ αυτό το συνταγματικό αίτημα, έχοντας ηγέτη της και συνεργό του Μακρυγιάννη το Νικόλα Κριεζώτη.
Με το που έφυγαν ο Τούρκοι, πίστευε πως όλα τελείωσαν και ήρθε η Λευτεριά, όμως απογοητεύτηκε με τα συντροφικά μαχαιρώματα, την απληστία και την κακοδιαχείριση των πολιτικών. Επίσης, πολύ πληγώθηκε από την υπερεξουσία του Καποδίστρια, αλλά και την υπεροψία του Όθωνα, βλέποντας εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας να ’ναι στο περιθώριο και οι αετονύχηδες πολιτικοί να ’ναι στα πράματα και να καταδυναστεύουν την πατρίδα. και ως άλλοι κοτζαμπάσηδες να λεηλατούν τον ρημαγμένο και αιματοβαμμένο ελληνικό τόπο.
Επειδή ξεσήκωνε με τους λόγους του τους αγνούς και ρακένδυτους Αγωνιστές του ’21, κατηγορήθηκε για συνομωσία κατά του Όθωνα και αντιμετώπισε μαζί με τους μύριους και ανήκουστους κατατρεγμούς την καταδίκη του σε θάνατο. Ο Καλλέργης φίλος και συνεργάτης, ως υπουργός στρατιωτικών τον αμνήστευσε.
Απελπισμένος από όλα αυτά, αποσύρθηκε και έζησε στη οικία όπου ήταν μεταξύ του νέου εγερθέντος μουσείο της Ακρόπολης και των Στηλών του Ολυμπίου Διός, την γνωστή συνοικία ‘’Μακρυγιάννη.’’ Εκεί, και σε ηλικία άνω των 50 ετών έμαθε λίγα γράμματα και κατάφερε να συγγράψει τα περίφημα Απομνημονεύματά του, που αποτελούν σημαντική πηγή σεβαστής αλήθειας. Συνάμα, θέλοντας να μας αφήσει πληρέστερες και πιο ακριβείς πληροφορίες για τα τεκταινόμενα των χρόνων της Επανάστασης, πλήρωσε το ζωγράφο Παναγιώτη Ζωγράφο να φιλοτεχνήσει μάχες και προσωπικότητες του Αγώνα, που έγραψαν την ιστορία του 1821. Άσπιλος, θρησκευόμενος, αντιφατικός, γνήσιος και πρωτόγονος πολιτικός, πονηρός, καχύποπτος, φιλοχρήματος, αυθεντικός εκφραστής της ελληνικότητας, δεν αισθάνθηκε ραγιάς διότι υπέρ αγαπούσε την πατρίδα του, και έδωσε τα πάντα για την λευτεριά της. Στον εμφύλιο κράτησε αξιοσέβαστη στάση προς όλους μονοιάζοντας με έξυπνο τρόπο τις αντίπαλες παρατάξεις.
Διάφορα περιστατικά από τα απομνημονεύματά του:
Κάτ’ αρχή τα γραπτά του βρέθηκαν μέσα σ’ ένα ντενεκέ ύστερα από 50 χρόνια και εκδόθηκαν το 1907 από τον Γιάννη Βλαχογιάννη, και διαμόρφωσαν ιδεολογικά και επιστημονικά την αστέρευτη πολυπλοκότητα της προσωπικότητάς του.
Το ήθος και το ύφος χαρακτηρίζουν το γράψιμό του, που ήταν γραμμένο στην ζωντανή ρουμελιώτικη ντόπιο λαλιά.
Δίνει μάθημα εθνικής αυτογνωσίας με την συνείδηση για αυτοδιάθεση του λαού, από την μαγιά των κλέφτο αρματολών.
Κατηγορούσε τους κυβερνώντες ότι είναι σπορά της Εβραιουργίας
Ο άνθρωπος έχει λαλιά, θείο δώρο και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να του το αφαιρέσει αποδίδοντάς το στους παλαιούς -Πλάτωνα, Σωκράτη- που μόρφωσαν τον κόσμο.
Αγριάνθρωποι ήμασταν λέει για τους ξενόφερτους Βαυαρούς, και τα δάνεια που παίρναμε τα έδιναν στον βαυαρικό στρατό για να τους προστατεύει, απ’ τους αγριάνθρωπους τους Έλληνες.
Για τον Μαυροκορδάτο: όταν κουπιάσατε σεις μας γυμνάσατε την διχόνοια, στο δυστυχισμένο αθώο έθνος.
Παρ’ ότι έκανε τόσα πολλά για την πατρίδα ποτέ δεν μίλησε με το ‘’εγώ’’ αλλά με το ‘’εμείς’’ την ελευθερώσαμε, και μείς δεν την χαιρόμαστε είμαστε φυλακή.
Εν τούτοις ο λαός είναι μουρλός, αλλά έχει καλό θεό και τον σώζει.
Νεκροθάφτες των Αγωνιστών χαρακτηρίζει τους πολιτικούς κυρίως τον Μαυροκορδάτο, ως δουλευτή των Τούρκων.
Δεν πολεμούσαν για το έθνος ούτε για το πανάρχαιο πολιτισμό τους αλλά για την πατρίδα και την θρησκεία τους, εκείνος όμως ανάστησε τους απογόνους των Ελλήνων τον Σωκράτη το Πλάτωνα, τον Μέγα Αλέξανδρο.
Είχε ανθρώπινες αξίες , λέγοντας πως ο Οιδίποδας κατήργησε την Σφίγγα απαντώντας ‘’άνθρωπος’’ στο ερώτημα της .
Οι πληγές από τα τραύματα δεν μ’ αφήνουν… τρέχουν αίμα, σκουλήκιασαν υποφέρω πολύ.
Για τον εμφύλιο είπε: ‘’Πέσανε τα θηρία να μας φάνε, -οι ξενόφερτοι Βαυαροί- και μείς δεν χρειαζόταν να τρωγόμασταν σαν τα λυσσασμένα σκυλιά, και οι μεμέτηδες αλώνιζαν’’. Εμπιστευόταν μόνο τον εαυτόν του. Τον ρωτάει κάποιος ‘’Τι αυτού πας να τα βάλλεις με τον Ιμπραήμ;’’και’ κείνος .’’Ο Θεός είναι με τους λίγους τους Έλληνες.’’
Είχε μεγάλο καημό με τους ετερόχθονες, έλεγε ‘’εμείς οι αυτόχθονες τα χαϊβάνια περιμέναμε αυτούς τους γραμματιζούμενους από τας ευρώπας -τους ετερόχθονες- που τά θελαν όλα και τα μονά και ζυγά δικά τους, τι την θέλουμε τέτοια λευτεριά;’’
Και συμπλήρωσε,..εμείς παλέψαμε, πολεμήσαμε για αυτές τις πέτρες – τα μάρμαρα, και ήρθε εκείνος ο Ελγίνος – o Έλγιν – ο άγγλος, και δόλια μας έκλεψε τον θησαυρό μας.
Πολεμήσαμε για την λευτεριά μας που κατακτήσαμε, αλλά δεν ανεξαρτητοποιηθήκαμε.
Χαρακτήρισε, ‘’το θερίο είναι θεριό, και ο άνθρωπος είναι χειρότερος.’’
Αν σας περισσεύει χρόνος, σεις οι αναγνώστες ρίξτε μια ματιά στα Απομνημονεύματά του, αξίζουν τον κόπο.

graphics design by citrine.gr
Powered by ΚτΠ
web development by ΕΓΚΡΙΤΟΣ GROUP