Οδός Σμύρνης. (Περιοχή Νεάπολης)
Σμύρνη (Ισμίρ, στα τούρκικα): Αρχαία ελληνική πόλη στα παράλια της Μικράς Ασίας στην περιοχή της Μαγνησίας, η οποία κατά μία παράδοση ιδρύθηκε από την Αμαζόνα Σμύρνη. Η πόλη της Σμύρνης η καλλίστη των πόλεων της Ιωνίας υπήρξε λαμπρή αλλά πολύπαθη και τραγική όπως θα δούμε. Βρίσκεται στο κέντρο του Ανατολικού Αιγαίου και εκτείνεται γύρω από τον ομώνυμο κόλπο. Κατά το Στράβωνα ήταν η κορωνίδα, η πρώτη, η λαμπρότατη, πόλη της Ιωνίας. Ήταν η ναυτική μητρόπολη της Μεσογείου.
Υπήρξε αποικία των Αιολέων από τον -11ο αιώνα, η γενέτειρα του Ομήρου και η ισχυρή πόλη – κράτος της Ιωνικής Δωδεκάπολης. Τον -7ο αιώνα καταστράφηκε απ’ το Λυδό στρατηγό Αλιάτη. Την επανίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος και επανέφερε τους διασωθέντες απογόνους των κατοίκων της που βρίσκονταν διασκορπισμένοι σε διάφορους τόπους, ανακαίνισε τους ναούς του Δία της Αφροδίτης του Απόλλωνα της Κυβέλης. Ακολούθως, πέρασε στα χέρια των Σελευκιδών, των Ρωμαίων, των Βυζαντινών, των Μογγόλων του Ταμερλάνου και των Τούρκων από το 1424 μέχρι το 1919 και για τρία χρόνια μέχρι το τελειωτικό 1922 στα ελληνικά στρατεύματα.
Στη μακρά της πορεία διέθετε κυρίως ελληνικό πληθυσμό. Για τούτο οι Τούρκοι, οι τελευταίοι κατακτητές αυτής της ελληνικής πόλης της Ανατολής, που ήταν το κέντρο του Ελληνικού Διαφωτισμού, την αποκαλούσαν άλλοτε Γκιαούρ Ισμίρ (Άπιστη Σμύρνη), άλλοτε Γκιουζέλ Ισμίρ [Ωραία Σμύρνη] ενώ την περιοχή Γιουνανιστάν (χώρα Ιώνων), είχε κι άλλα κοσμητικά, όπως πολύγλωσση, μητρόπολη του ελληνισμού της Μικρασίας, μια πόλη της ανατολής που κοίταζε πάντα στη Δύση. Υπήρξε μεγάλο εμπορικό κέντρο, κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης από τον νέο ιδρυτή Μ. Αλέξανδρο, μέχρι τις μέρες μας, και οι τούρκοι ήταν η εργατική τάξη, και κατώτερου βιοτικού επιπέδου λαός.
Πόλη με ευρωπαϊκό χαρακτήρα κατά τους τελευταίους αιώνες η Σμύρνη, με το εμπόριο και τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες να βρίσκονται προπαντός σε χέρια Ελλήνων. Βέβαια υπήρχαν και αρκετοί Δυτικοί οι λεγόμενοι Λεβαντίνοι, και ορισμένοι Εβραίοι. Ο Ελληνισμός διέθετε καταξιωμένες μέσες και ανώτερες σχολές, ιδρύματα, νοσοκομεία, πνευματικά κέντρα, τράπεζες κ.ά. διάγοντας ζωή ευρωπαϊκού επιπέδου και νοοτροπίας τόσο στην πόλη όσο και στα φημισμένα προάστια της όπως ο Μπουρνόβας, Κορδελιό κ, α.
Το 1821, που άρχισε η Ελληνική επανάσταση, ο πληθυσμός της πόλης και της ευρύτερης περιοχής της υπέστη ανήκουστες σφαγές από εξαγριωμένους εθνικιστές Τούρκους.
Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο η Σμύρνη καταλήφθηκε από τον Ελληνικό Στρατό κατά την πρώτη φάση της Μικρασιατικής εκστρατείας (2 Μαΐου του 1919). Το χαμόγελο για την ελληνική Μικρά Ασία κράτησε μέχρις στις 27 Αυγούστου του 1922. Για σαράντα μέρες έψελναν το Χριστός Ανέστη για την Ανάσταση οι ντόπιοι όταν στην πόλη αποβιβάστηκε ο ελληνικός. στρατός, Με την νίκη των Τούρκων, οι Νεότουρκοι του Κεμάλ με προπομπούς τους Τσέτες έσφαξαν, βίασαν, λεηλάτησαν, κρέμασαν το Μητροπολίτη Χρυσόστομο, έκαψαν ότι το ελληνικό είχε η πόλη των Ρωμιών. Οι φλόγες την νύχτα βλέπονταν τόσο από την Χίο όσο και από την Σάμο, ξεριζώνοντας, έτσι, μια πολύτροπη ελληνική ιστορία 3.000 χρόνων και μετατρέποντας τη λάμπουσα Γκιαούρ Ισμίρ σε στάχτες Ισμίρ. Το 1922 ήταν μια πολυεθνική πόλη που είχε 365.000 κατοίκους από τους οποίους οι 165.000. ήταν Ρωμιοί 80.000 Εβραίοι 55.000 Αρμένιοι, δεν απέμεινε δείγμα χριστιανού μετά την τραγωδία του ‘22. Στα νησιά του Αιγαίου φέγγιζαν οι φλόγες της Σμύρνης, το ολοκαύτωμά της ήταν αξιοθέατο που το φωτογράφιζαν, απ’ τα καράβια τους ως απλοί θεατές οι πρώην σύμμαχοί μας που μας πήγαν εκεί για τα δικά τους συμφέροντα. Και οι Λεβαντίνοι: και εκείνοι απόντες απ’ την Τραγωδία που δινόταν με πρωταγωνιστές τους άπιστους γκιαούρηδες της άλλοτε Γκιουζέλ Ισμίρ, που προσπαθούσαν να σώσουν και να σωθούν από τις ορδές των Τούρκων. Και όμως την πόλη την έκαψαν οι Ρωμιοί διδάσκονται οι Τούρκοι μαθητές στα σχολεία τους, όπως κάνει ο στρατός όταν υποχωρεί. Η εκκλησία της Αγίας Φωτεινής ήταν σύμβολο και καμάρι της χριστιανοσύνης των Ρωμιών της Σμύρνης, και παραμένει. Με την καταστροφή της Σ. κορυφώθηκε ο αιματηρός διωγμός των τουρκόφωνων χριστιανών, έως ότου συνταχθεί η εποπτεία της Διεθνούς Επιτροπής για την αποχώρηση.
Όλοι ήταν εκεί κι ο καθένας για τον δικό του λόγο, εκτός από Μας, οι εκλογές του ’20, η δολοφονία του αντιβενεζελικού Ι. Δραγούμη, οι φιλόδοξοι αξιωματικοί προετοίμαζαν κίνημα, οι αντιπαθούντες σύμμαχοι με τον επανελθόντα βασιλιά Κων/νο, η στήριξη των Σοβιετικών στον γενάρχη των Τούρκων Κεμάλ, ο στρατός μας χωρίς καμία χείρα βοηθείας όπου φύγει – φύγει, ο σώζων εαυτόν σωθήτω, ο ύπατος και πιθανόν παρεξηγημένος κάτ’ άλλους αρμοστής Αρ. Στεργιάδης ο επονομαζόμενος φιλότουρκος, αφού κατά πρώτον ζητούσε διαβατήρια από τους ξεριζωμένους της φλεγόμενης πόλης, κατά δεύτερον ούρλιαζε αφήστε τους εδώ, τί να τους κάνουμε στην Ελλάδα. Μια άλλη πρόφαση ήταν εάν έστελναν λέει καράβια, για την περισυλλογή ντόπιων κατοίκων, θα τα καταλάμβαναν οι Τούρκοι. Χίλιες δυο δικαιολογίες αφού κανένας θεός δεν μας ήθελε πλέον στην Ιωνία. Μια τραγωδία για τον ελληνισμό που δεν θα μπορούσε κανένας αρχαίος τραγωδός να γράψει. Εκεί στο λιμάνι της Σμύρνης παγιδευμένοι για μέρες όχι μόνο οι Σμυρνιοί αλλά και από καταληφθέντα στεριανά χωριά από τους τούρκους, ‘’περίμεναν’’ τους εθνικιστές του Κεμάλ Τσέτες για να τους σφάξουν. Τίνος αμαρτίες πλήρωναν; Γιατί να την πληρώσουν άδικα οι εκτελεσθέντες με την Δίκη των έξι; για να εξευμενίσουν την λαϊκή οργή με το ότι η Ελλάδα δεν ηττήθηκε, αλλά προδόθηκε; Η Σμύρνη, η ευρωπαϊκή, η ασιατική, η ρωμιά η αρμένισα, η οθωμανική από την σφαγή πέρασε στην φωτιά. Η φωτιά που ξεκίνησε από την αρμενική συνοικία και την έβαλαν οι τούρκοι για να σβήσουν ότι δήποτε το ρωμαίικο. Όμως δεν έσβησε, για να σβήσει πρέπει να πάψουν να υπάρχουν Έλληνες, που να πιστέψουν ότι νικηθήκαμε… και διότι το παρελθών και το παρών πάνε χέρι – χέρι. Δεν υπήρχε και δεν θα υπάρξει άνθρωπος να περιγράψει την τραγωδία που συνέβη, στην προκυμαία της Σ. την 13 Σεπτεμβρίου του 1922, ούτε ο τραγωδός Ευριπίδης. Το έντρομο και απεγνωσμένο πλήθος, αυτές οι δυστυχισμένες αθώες υπάρξεις, των 500.000 με τα περίχωρα προσφύγων, τον μόνο τρόπο διαφυγής που είχαν ήταν ο θάνατος, και το μόνο επίσης που μπορούσε να κάνει το πλήθος ήταν να επιλέξει τον τρόπο που πέθαινε, και που είχε τρείς μακάβριες επιλογές, είτε τη πύρινη λαίλαπα, τη φωτιά, είτε τους τούρκους που τους περίμεναν στα σοκάκια της έρμης και καταδικασμένης πόλης, είτε να πνιγούν στη θάλασσα. Εκεί στο λιμάνι ήταν τα συμμαχικά καράβια που αφ ενός οι ορχήστρες τους παιάνιζαν για να καλύψουν τα ουρλιαχτά των δυστυχισμένων σμυρνιών, αφ’ ετέρου με βραστό νερό οι απάνθρωποι πολιτισμένοι χριστιανοί της Ευρώπης έραναν τα κορμιά τους.
Ένα δίστιχο από εκεί απέναντι τη Σμύρνη, αγνώστου ποιητή .
‘’Μεγάλο κακό γέννηκε /στης Σμύρνης την προκυμαία/ στης Πούντας το λιμάνι. Ξήντα καράβια βούλιαξαν/και εξήντα βαρκούλες/κι γέμισε η θάλασσα κορμιά.
Η Σμύρνη μάνα καίγεται /καίγεται το βιός μας/ο πόνος μας δεν λέγεται /δεν γράφεται ο καημός μας.
Η Σμύρνη μάνα χάνεται /τα’ όνειρά μας πάνε /στα πλοία όποιος πιάνεται /οι φίλοι μας τον χτυπάνε.
Τρέχουν τα ποτάμια / νερά δεν είναι / των οματιών μου είναι δάκρυα/μας χώρισαν απ’ την πατρίδα μου/ μας χώρισαν απ΄την αγάπη μου. Έλλη Αλεξίου.
Ο τούρκος αξιωματικός Μουσταφά Κεμάλ -γεννημένος στην Θεσσαλονίκη- είχε οργανωμένο ένα εθνικιστικό σχέδιο μετά τον Α’ Π Πόλεμο, μάλιστα από την μάχη της Καλλίπολης το 1915, κατά πρώτον το σχέδιό του ήταν να ξεριζώσει όλους τους χριστιανούς από τον Πόντο [1915] μέχρι τα παράλια του Αιγαίου, και από την Καππαδοκία, και κατά δεύτερον να αντικαταστήσει την αποσαθρωμένη Οθωμανία των Σουλτάνων -με το σύνθημα ‘’Η Τουρκία στους Τούρκους’’- και το πέτυχε αμέσως μετά το 1923 με την ανακήρυξη του Νέου Τουρκικού κοσμικού έθνους – κράτους. Λέγεται ότι ο Κεμάλ έκανε ότι έπραξε και ο ελληνικός στρατός στην υποχώρησή του άφηνε καμένη γη, μια παλιά επιχειρησιακή πολεμική ταχτική, έκαψαν εκείνοι ότι μπορούσαν, καίω και κάνω και γω ότι θέλω. Με λίγα λόγια η Σμύρνη πλήρωσε τα όσα μύρια έκανε ο ελληνικός. στρατός τόσο στην εκστρατεία όταν τους ενοχλούσαν οι συμμορίτες – τσέτες, όσο και στην οπισθοχώρηση, με ακατανόμαστες πράξεις, αλλά αυτές στον πόλεμο είναι στον κανονισμό της μάχης.
Άκουγα τον καημό μιας γερόντισσας κωνσταντοπολίτισσας που έλεγε ‘’όλα τα καλά του κόσμου να μας δώσουν τον καημό και τον πόνο που έχουμε στην καρδιά μας για την πατρίδα δεν μπορούν να μας τον γιατρέψουν.’’
Όσοι γλίτωσαν από τη σφαγή, έγιναν πρόσφυγες, με ανεξίτηλη εντός τους μια ευρωπαϊκή νοοτροπία και παιδεία, την οποία δε διέθετε η μάνα Ελλάδα και δυστυχώς τους υποδέχθηκε ως ‘‘τουρκόσπορους’’, συμπεριφερόμενη προς αυτούς σαν σκληρή και άσπλαχνη μητριά. Στην Σμύρνη ξένοι κι άπιστοι γκιαούρηδες, στην μητρόπολη Ελλάδα πάλι ξένοι, και πρόσφυγες. Από αφήγηση σμυρνιάς άκουσα το πρωτάκουστο πως πολλές σμυρνιές που τα κατάφεραν και έφθασαν στην Ελλάδα έκαναν έκτρωση αφαίρεσαν από τα σπλάχνα τους το σιχαμερό σπόρο του βιαστή τσέτη αντάρτη.
Κι’ ένα τετράστιχο απ’ εδώ.
Πέτρα την πέτρα χτίζαμε σε μια φτωχή γειτονιά
Την ζωή μας κλείναμε μες την Κοκκινιά
Δάκρυ – δάκρυ φθάσαμε ως την λησμονιά
Κι’ ήμασταν ξεχασμένοι μες την Κοκκινιά.
Οι τούρκοι μας έδιωξαν σαν έλληνες, και οι έλληνες μας υποδέχτηκαν σαν τούρκους. Έλεγαν με καημό οι ξεριζωμένοι της Μικρασίας. Αυτό τα λέει όλα.
Τη μόνη περιουσία που έφεραν μαζί τους πέρα από τις επώδυνες και θλιβερές μνήμες ήταν το πλούσιο κοσμοπολίτικο είναι τους, όπου και να συναλλασσόταν η παρουσία τους ήταν ξεχωριστή τόσο στο φαίνεσθαι όσο και στο λέγειν, η ευρωπαϊκή τους συμπεριφορά δεν κρυβόταν με τα καπέλα τους με τις γραβάτες οι άνδρες που δεν μπορούσαν να αποχωρισθούν. Με λίγα λόγια ήταν άλλος ο τρόπος ζωής των, ήταν ο λεβαντίνικος.
Παρ’ όλα αυτά, εκείνοι με την αυθεντική αρχοντιά του χαρακτήρα τους και το κοσμοπολίτικο πνεύμα τους επέπλευσαν, παρά τις μεγάλες αντιξοότητες που για χρόνια αντιμετώπιζαν. Κι εκείνο που διάβασα ήταν πως οι πλούσιες σμυρνιές μητέρες έφερναν γαλακτοφόρες τις λέγανε, γυναίκες από την Συρία για να ταΐζουν τα μωρά τους, για να μη πέσει το στήθος τους. Πέσανε οι σμυρνιοί αλλά ορθοποδήσανε, χάρη στον ξεχωριστό πνευματικό και ηθικό τρόπος ζωής, χάρη το έντονο και ανοιχτό στοιχείο κοινωνικότητας, Συνάμα, μπόλιασαν την Ελλάδα με τον πολιτισμό τους, αναδεικνυόμενοι σε τεράστιο ανθρώπινο – πολιτιστικό κεφάλαιο για την Ελλάδα των Νεοελλήνων. Μεγάλο μέρος εξ αυτών κουβαλώντας πέραν των αναμνήσεων που μπορούσαν χωρίς κόπο να μεταφέρουν. Μετέφεραν και τις επιστήμες τους γιατροί δικηγόροι μηχανικοί, επιχειρηματίες.. Εγκαταστάθηκαν στο νομό Αττικής ονομάζοντας τον νέο τόπο που τους παραχωρήθηκε για φιλοξενία η επονομαζόμενη ‘’Νέα Σμύρνη’’ σε ανάμνηση της γενέτειράς τους, της Σμύρνης της Ανατολής. Έφεραν μαζί και τα ξεριζωμένα αθλητικά τους σωματεία Πανιώνιος, Απόλλων Σμύρνης. Ο πατέρας μου σαν ηττημένος στρατιώτης, τα όσα έζησε στην Σμύρνη δεν τα έζησε στα τρία χρόνια στην Μ .Ασία 1919 -22, ήρθε σαλεμένος μούλεγε η μάνα μου.
Από την άλλη, η Σμύρνη του Αιγαίου αποτελεί σήμερα σημαντικότατη πόλη της Τουρκίας. Δεύτερη σε πληθυσμό και πρώτο εμπορικό λιμάνι της Τουρκίας, που σε πολλά μοιάζει με την όμορφη Θεσσαλονίκη μας. Πατρίδα, της Ελληνιστικής θεότητας Κυβέλης, του μεγάλου διαφωτιστή Αδαμάντιο. Κοραή [1748 – 1833] του συγγραφέα και νομπελίστα ποιητή Γεώργιου Σεφέρη (1900-1971) και του παγκόσμιας ακτινοβολίας εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση 1906 – 1975] της συγγραφέας Έλλης Παπά [1920 – 2009 ] και άλλων σπουδαίων προσωπικοτήτων. Σε κεντρική της πλατεία της παραλίας της υπάρχει ανδριάντας του Κεμάλ Ατατούρκ – πατέρας των Τούρκων,- που υπήρξε ο πρωτεργάτης της μέγιστης του ελληνισμού καταστροφής, έφιππος δείχνει με το χέρι του το Αιγαίο, μια συνέχεια για τους αχόρταγους Τούρκους. Επίσης, στον ίδιο παράλιο τόπο ορθώνεται μαρμάρινη αναπαράσταση των γεγονότων της σφαγής του ’22, με πρωταγωνιστές όμως αδίστακτους Έλληνες αρματωμένους φουστανελοφόρους να κτυπούν με τους υποκόπανους των όπλων τους, ανυπεράσπιστους Τούρκους γυναίκες και παιδιά -έτσι γράφεται η εθνικιστική ιστορία- Η καταστροφή της Σμύρνης θεωρείται η μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης η θλιβερότερη ήττα για την ιστορία του νέου Ελληνικού Έθνους.
Σμύρνη ή Ζμύρνη όπως ακούγεται;