Η πόλη της ιερής πηγής Αρέθουσας, η Χαλκίδα, χτισμένη πάνω στο στενό του Ευρίπου οφείλει την ετυμολογική ρίζα της ονομασίας της στο ουσιαστικό Χαλκός και στα εργαστήρια επεξεργασίας του μετάλλου που υπήρξαν εκεί.
Η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την Χαλκίδα παραδίδεται στα Ομηρικά Έπη και συγκεκριμένα στο νηών κατάλογο της Ιλιάδας (Β’, 536-541). Ο Ελεφήνωρ, βασιλιάς των Χαλκιδέων, αρχηγός των Αβάντων από την Εύβοια, σύμφωνα με το Έπος τίθεται επικεφαλής των σαράντα πλοίων, που οι άρχοντες του νησιού συνεισφέρουν στον στόλο των Αχαιών, που εκστρατεύει στην Τροία.
Ο πρωτοελλαδικός οικισμός της Μάνικας (3000-1900 π.Χ.) ταυτίζεται με την προϊστορική Χαλκίδα.
Τη Μυκηναϊκή περίοδο ο οχυρός οικισμός της Γλύφας στη Βοιωτική ακτή, ο θολωτός τάφος στο Πέι, και οι θαλαμοειδείς ταφές με σπουδαία κτερίσματα, μας αποδεικνύουν την σημαντική ανάπτυξη της περιοχής.
Στους Γεωμετρικούς χρόνους (γύρω στο 900 π.Χ.) τοποθετείται η δημιουργία του οικισμού στο Βαθροβούνι (ταυτίζεται με τον Κάνηθο, την ακρόπολη των ιστορικών χρόνων), νοτιοανατολικά της σημερινής πόλης. Η πόλις διοικείται αριστοκρατικά από τους φεουδάρχες Ιπποβότες.
Συμμετέχει στον αποικισμό της Δύσης ιδρύοντας το Ρήγιο και τη Νάξο στην Κάτω Ιταλία, την Όλυνθο, την Τορώνη και τη Μηκύβερνα στο Βόρειο Αιγαίο.
Η σημαντική στρατηγική της θέση θα τη βάλει στο στόχαστρο των Αθηναίων ήδη από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ.. Συμμετέχει στην Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία, αποστατώντας το 446 π.Χ., και ο ίδιος ο Περικλής επικεφαλής του Αθηναϊκού Στόλου την επαναφέρει στην τάξη, εγκαθιστώντας 2.000 Αθηναίους κληρούχους στα εδάφη της. Το 410 π.Χ. αποστατεί για άλλη μια φορά, οχυρώνοντας το στενό του Ευρίπου και αποκτά την ανεξαρτησία της. Το 334 π.Χ. τελεί υπό Μακεδονική πολιτική επιρροή, ενώ στα μισά του 3ου π.Χ. αιώνα δείχνει μια ισχυρή οικονομικά πόλη με Γυμνάσιο, Θέατρα, δύο λιμάνια και Αγορά γεμάτη καλλιτεχνήματα.
Την περίοδο της ρωμαιοκρατίας είναι το μεγάλο εμπορικό κέντρο του νησιού, αν και σταδιακά αρχίζει να χάνει την παλιά της αίγλη.
Η Βυζαντινή Χαλκίδα οχυρώνεται με τείχη και τάφρο, ενώ το 1082 ο Αλέξιος Α’ ο Κομνηνός επιτρέπει στους Ενετούς να την χρησιμοποιούν σαν εμπορική σκάλα. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η ακμή της Giudecca, της εβραϊκής κοινότητας. Το 1204 την καταλαμβάνουν οι Φράγκοι και από το 1216 περνά στον έλεγχο των Ενετών.
Το 1461 μπροστά στον τουρκικό κίνδυνο η Χαλκίδα, το ενετικό Negroponte, ετοιμάζεται με ενίσχυση της οχύρωσης της να αντιμετωπίσει τους εισβολείς. Στις 12 Ιουλίου του 1470 την καταλαμβάνει ο Μωάμεθ ο Β’ και ο τελευταίος Βάιλος, θα μαρτυρήσει, εκτελούμενος δια πριονισμού μπροστά στην έδρα του Λατίνου Πατριάρχη.
Το οθωμανικό Εγριμπόζ διατηρεί την εμπορική αίγλη του Μεσαίωνα. Το 1688 ο Μοροζίνι και Γουλιέλμος Κάινξμαρκ αποτυγχάνουν να την καταλάβουν από τους Τούρκους.
Κατά την Ελληνική Επανάσταση, η Χαλκίδα που ήταν έδρα του πασά, αποτελούσε με τα δύο φρούριά της (της Χαλκίδας και του Καράμπαμπα) απόρθητη πόλη.
Εν τούτοις στα τέλη Μαΐου και στις αρχές Ιουνίου του 1821, η πόλη πολιορκήθηκε από τους Έλληνες χωρίς επιτυχία και τον Ιούλιο ο Ομέρ Βρυώνης έφθασε στην περιοχή, κατά την πορεία του προς τα Βρυσάκια, όπου όμως αποκρούστηκε και ηττήθηκε, από τους Έλληνες που είχαν προλάβει να οργανώσουν στρατόπεδο, με επικεφαλής τον Αγγελή Γοβγίνα.
Στη μάχη αυτή διακρίθηκε ο Νικόλαος Κριεζώτης. Μετά τον θάνατο του Αγγελή Γοβγιού, στην ενέδρα στα Δυό Βουνά, αρχηγός στην Εύβοια γίνεται ο Ν. Κριεζώτης.
Η επανάσταση συνεχίστηκε με αμφίρροπα αποτελέσματα. Μεγάλη δοκιμασία ήταν οι εμφύλιες διαμάχες ανάμεσα στον Κριεζώτη και τον Διαμαντή Νικολάου, οπλαρχηγό του Ολύμπου, για την αρχηγία στο νησί. Μετά από νίκες του εναντίον του Ομέρ Μπέη στο Διακοφτί και στο Βατίτσι, ο Κριεζώτης πολιόρκησε την Κάρυστο. Όμως η άφιξη του τουρκικού στόλου διέλυσε το ελληνικό στρατόπεδο με αποτέλεσμα ο άμαχος πληθυσμός να καταδιωχτεί και να σφαγεί.
Ο Κριεζώτης αναγκάστηκε τότε να αποσυρθεί στη Σκόπελο.
Τον Νοέμβριο του 1823 νέα πολιορκία της Χαλκίδας από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, με τη βοήθεια Ψαριανών πλοίων, περιορίζει τους Τούρκους στο φρούριο αλλά χωρίς αποτέλεσμα, όπως επίσης και η περισσότερο οργανωμένη επιχείρηση για την απελευθέρωσή της τους πρώτους μήνες του 1823.
Έτσι η Χαλκίδα αλλά και όλη η Εύβοια παρέμεινε στα χέρια των Τούρκων ακόμη και μετά την άφιξη του Καποδίστρια και μόνο μετά από συνθήκη στις 25-3-1833 παρεδόθη στην Ελλάδα.
Στις 20-3-1833 μετά την αναχώρηση του Ομέρ πασά από την Χαλκίδα για να μην παραστεί στην παράδοση, τον αντικαθιστά ο χατζή ισμαήλ μπέης.
Στις 7 Απριλίου 1833 ο εκπρόσωπος της Πύλης παραδίδει τη Χαλκίδα στον εκπρόσωπο της Ελλάδας Ιάκωβο Νερουλό Ρίζο.
Παρών κατά την παράδοση και ο Άγγλος Ναύαρχος κυβερνήτης του δρόμωνα που μετέφερε τους δύο άνδρες επισήμους στην Χαλκίδα ,οργισθείς μάλιστα για την ολιγόλεπτη καθυστέρηση του Χατζή Ισμαήλ Μπέη, ο οποίος προσέφερε τελικά τα κλειδιά του φρουρίου επί αργυρού δίσκου.
Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους η Εύβοια ακολούθησε τις τύχες του ελληνικού κράτους . Αναγνωρίστηκε ως ιδιαίτερη Νομαρχία με πρώτο Νομάρχη της τον Γ. Αινιάν , ο οποίος ίδρυσε αμέσως στη Χαλκίδα αλληλοδιδακτικό σχολείο και τυπογραφείο . Λίγο αργότερα κυκλοφόρησε στη Χαλκίδα η πρώτη εφημερίδα της Εύβοιας με τον τίτλο ‘ ΕΛΛΗΝ ‘ .
Πολλά χρόνια μετά την απελευθέρωση, η Χαλκίδα διατηρούσε τον ανατολίτικο χαρακτήρα της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Το 1885 όμως, όταν πρωθυπουργός ήταν ο Χ. Τρικούπης και Δήμαρχος ο Ηρ. Γαζέπης, άρχισε η κατεδάφιση του τείχους της Χαλκίδας και η κάλυψη της τάφρου με το υλικό της κατεδάφισης.
Έτσι η Χαλκίδα αρνήθηκε μια μακρόχρονη και σημαντική περίοδο της ιστορίας της και έχασε τη δυνατότητα να παραμείνει μια από τις πιο γραφικές πόλεις της σύγχρονης Ελλάδας .
Μετά την απελευθέρωση της χώρας, άρχισε να αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς και το 1835 ήταν ένα από τα λιμάνια με την μεγαλύτερη κίνηση και με ναυπηγείο μικρών σκαφών. Το 1856 στο νηολόγιό της είχαν εγγραφεί 25 πλοία και ο πληθυσμός της από 10.000 το 1853 αυξήθηκε στις 15.500 το 1889.
Στους Βαλκανικούς πολέμους η Εύβοια διακρίθηκε χάρη στη δράση του Συντάγματος Πεζικού Χαλκίδας. Πολύ γνωστός είναι ο θρίαμβος του Ευβοέα ταγματάρχη Βελισσαρίου στη μάχη στο Μπιζάνι. Λίγο αργότερα η Μεραρχία Χαλκίδας αποβιβάστηκε στην απελευθερωμένη Σμύρνη, για να πάρει μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 κατέπλευσαν στη Χαλκίδα πρόσφυγες από την ελληνική Ανατολή. Οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Νέα Αρτάκη και τη Νέα Λάμψακο και σε προσφυγικούς συνοικισμούς στη Χαλκίδα και στην Αμάρυνθο.
(πηγή: goevia.com, arxaiologia.gr, φωτογραφία John Linton Myres, αρχείο University of Oxford, mixanitouxronou)
Η ευβοϊκή πρωτεύουσα είναι κτισμένη σχεδόν αμφιθεατρικά στις δύο ακτές του Ευρίπου (ευβοϊκή και στερεοελλαδίτικη). Σύμφωνα με τον μύθο το όνομα Χαλκίδα δόθηκε στην πόλη προς τιμήν της ομώνυμης θυγατέρας του Ασωπού και της Μεθώνης. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, η ονομασία σχετίζεται με τους προϊστορικούς Χαλκιδέους, που κατοικούσαν στη μικρή χερσόνησο της Μάνικας, βορειοδυτικά της πόλης. Εκεί κατά την περίοδο της πρώιμης χαλκοκρατίας, ήκμασε ένα μοναδικό σε έκταση οικιστικό κέντρο, για τα δεδομένα του ελληνικού χώρου. Η εξειδίκευση των κατοίκων της Μάνικας στη μεταλλουργία και στο εμπόριο του χαλκού συνετέλεσε στο να πάρει η πόλη το όνομα «Χαλκίς» ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ..
Η Χαλκίδα άνθισε πολιτιστικά κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους. Ο Όμηρος αναφέρεται στους Άβαντες και στα χαλκιδαϊκά βασιλικά γένη. Ο βασιλιάς της πόλης Eλεφήνορας, γιός του Xαλκώδοντα, οδήγησε τους Eυβοείς στην Tρωική εκστρατεία βρίσκοντας το θάνατο στις όχθες του Σκαμάνδρου. Στα τέλη του 9ου π.Χ. μετά το θάνατο του βασιλιά Aμφιδάμαντα η εξουσία πέρασε στα χέρια της τάξης των Iπποβοτών, ευγενών, που είχαν σαν κύρια απασχόλησή τους την εκτροφή αλόγων.
Οι Χαλκιδείς, από τις αρχές του 8ου αιώνα, συνεργαζόμενοι με άλλες Ευβοϊκές πόλεις άρχισαν να ιδρύουν την μία μετά την άλλη τις περίφημες αποικίες (βλέπε εισαγωγή) διαδίδοντας στον τότε γνωστό κόσμο τον πολιτισμό τους.
Στα τέλη του 8ου αιώνα, ξέσπασε ο πολυετής Ληλάντιος Πόλεμος μεταξύ Χαλκίδας και Ερέτριας.
Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. η Χαλκίδα έκοψε το πρώτο της νόμισμα, τον χαλκιδαϊκό στατήρα. Την περίοδο αυτή οι Χαλκιδείς συμμάχησαν με τους Βοιωτούς και τους Λακεδαιμόνιους εναντίον των Αθηναίων. Η επικράτηση των Αθηναίων σε αυτή τη διαμάχη είχε σαν αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της Χαλκίδας. Η Χαλκίδα συμμετείχε ενεργά στους περσικούς πολέμους, λαμβάνοντας μέρος τόσο στις ναυμαχίες της Σαλαμίνας και του Αρτεμισίου (480 π.Χ.), όσο και στη μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.).
Κατά τη διάρκεια των αιώνων που ακολούθησαν η ιστορική πορεία της Χαλκίδας ταυτίζεται με αυτή της υπόλοιπης Ελλάδας. Από την εποχή δηλαδή της ακμής των Μακεδόνων μέχρι την Ρωμαιοκρατία και αργότερα το Βυζάντιο. Γύρω στο 10ο αιώνα μ.X., η Χαλκίδα είναι περισσότερο γνωστή με τις ονομασίες «Εύβοια» και «Εύριπος». Ακολουθεί η Ενετοκρατία κατά τη διάρκεια της οποίας η Χαλκίδα έγινε η έδρα του Λατίνου Πατριάρχη της Kωνσταντινούπολης (1260).
Τον Ιούνιο του 1470 η Χαλκίδα πολιορκήθηκε από τους Οθωμανούς με επικεφαλής τον Μωάμεθ τον Β΄ τον Πορθητή. Μετά από σκληρή αντίσταση η πόλη καταλήφθηκε και υπέστη τη μεγαλύτερη σφαγή της ιστορίας της. Ο Ενετός Βάϊλος (διοικητής) Πάολο Ερίντζο μετά απόσκληρά βασανιστήρια θανατώθηκε με πριονισμό.
Κατά την οθωμανική περίοδο η Xαλκίδα (Eγριμπόζ) διατήρησε τα πρωτεία της στην Eύβοια. Tο Πασαλίκι του Eυρίπου είχε σαν έδρα του την πόλη που αποτελούσε παράλληλα σημαντικό ναύσταθμο των Οθωμανών.
Από τη βόρεια πλευρά του Δήμου Χαλκιδέων βρίσκεται η Δημοτική Ενότητα Νέας Αρτάκης. Το όνομα στην πόλη έδωσαν το 1924 οι ξερριζωμένοι Έλληνες από την Αρτάκη της Κυζίκου (αποικία των Μιλησίων), που έφτασαν στην Εύβοια ως πρόσφυγες. Πριν από το 1924 η περιοχή του σημερινού Δήμου ονομαζόταν Βατώντας.
Σε περιοχή της Νέας Αρτάκης έχουν βρεθεί ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στον Ελλαδικό χώρο. Η περιοχή του Βατώντα έμεινε στην ιστορία από τις μάχες που έδωσε εδώ το 1278 ο ιππότης Λικάριος (βλέπε «Κάστρο Φύλλων») προσπαθώντας, για λογαριασμό του τότε Βυζαντινού αυτοκράτορα, να ανακαταλάβει την Χαλκίδα από τους Ενετούς.
Κατευθυνόμενοι από την Αρτάκη προς την Χαλκίδα, περνάμε δίπλα στη μικρή χερσόνησο της Μάνικας, από την οποία, σύμφωνα με τους ερευνητές, άρχισε η δημιουργία της Χαλκίδας το 3.000 π.Χ. περίπου.
Στη νότια πλευρά της Χαλκίδας βρίσκεται η Δημοτική Ενότητα Ληλαντίων, αποτελούμενη από τις κοινότητες Βασιλικού, Νέας Λαμψάκου, Αγίου Νικολάου, Αφρατίου, Φύλλων και Μύτικα, καθώς και η παραλία Λευκαντί, με την αρχαιολογική περιοχή της Ξηρόπολης.
Στον χώρο αυτό έχουν έλθει στο φως σημαντικότατα ευρήματα, που χρονολογούνται πριν από το 1100 π.Χ. Πολλοί από τους ερευνητές ταυτίζουν την περιοχή με έναν από τους αφανισθέντες οικισμούς της αρχαίας Χαλκίδας, όπως για παράδειγμα με την Οιχαλία (Θέμελης). Στο Λευκαντί υπήρχε ακόμα χυτήριο χαλκού από το 1000 π.Χ., όπως δείχνουν οι πήλινες και λίθινες πλάκες που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές. Κατά τη μυθολογία από το Λευκαντί πέρασε ο θεός Απόλλωνας προτού επιλέξει ως τόπο λατρείας του τους Δελφούς (Πίνδαρος).
Το Βασιλικό καθώς και οι γύρω οικισμοί (Φύλλα, Μύτικας, Άγιος Νικόλαος, Αφράτι κ.α.) έχουν σημαντική παρουσία κυρίως κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους και την Ενετοκρατία. Το Βασιλικό πήρε το όνομά του από το φυτό Βασιλικός ή πιθανότερα από τον παρακείμενο ποταμό Λήλαντα, ο οποίος ονομαζόταν και Βασιλικός ποταμός. Εδώ για πολλούς ερευνητές τοποθετείται το αρχαίο Αιθιόπιο, το οποίο αναφέρεται από τον Στέφανο Βυζάντιο. Μέσα στην πόλη του Βασιλικού διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση ένας από τους ογκωδέστερους Ενετικούς πύργους της Εύβοιας, γνωστός ως Πύργος του Βασιλικού cο οποίος αναπαλαιώθηκε από την 23η Ε.Β.Α.
Δύο χιλιόμετρα ανατολικά, στην περιοχή του Μύτικα, πάνω σε αντικριστούς λόφους θαυμάζουμε επίσης τους καλοδιατηρημένους Δίδυμους Ενετικούς Πύργους e. Στην ίδια περιοχή, πάνω σ’ έναν ψηλό λόφο, δεσπόζει το θρυλικό Κάστρο των Φύλλων το οποίο ελέγχει ολόκληρη την πεδιάδα της Χαλκίδας και του Ληλαντίου. Αυτό το κάστρο υπήρξε το βασικό ορμητήριο του θρυλικού ιππότη Λικάριου κατά την δεκαετία της κυριαρχίας του στην Εύβοια (1275 –1285).
Τα Φύλλα είναι ο τόπος καταγωγής του Πρωταγωνιστή της επανάστασης του 1821 ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη. Ήταν γιος του Δημήτρη Βώκου, ιδιοκτήτη του σπιτιού που σήμερα βρίσκεται δίπλα στο ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στο συνοικισμό Βωκέικα.
Στην περιοχή των Φύλλων βρίσκεται και η Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Αρμά. Η μονή βρίσκεται 20 χιλιόμετρα περίπου ανατολικά της Χαλκίδας, χτισμένη στις δυτικές υπώρειες του Ερετριακού Ολύμπου. Τα αρχικά «ΑΡΜΑ» υποδηλώνουν το έτος ίδρυσης της μονής (1141 ή κατ΄ άλλους το 1637). Εντοιχισμένα στο περιτοίχισμα της μονής, στο ναό αλλά και σκόρπια στον περίβολο βρίσκονται γλυπτά μέλη διαφόρων εποχών. Το καθολικό της μονής είναι ένα πολύ μεγάλης αξίας αρχαιολογικό μνημείο.
Στη βοιωτική πλευρά του Δήμου Χαλκιδέων βρίσκεται η Δημοτική Ενότητα Αυλίδας, το αρχαίο ορμητήριο του Ελληνικού στόλου ενάντια στην Τροία, όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα περίφημης αρχαίας τραγωδίας «Ιφιγένεια εν Αυλίδι». Σύμφωνα με την παράδοση η Αυλίδα πήρε το όνομά της από την μία εκ των τριών θυγατέρων του Ωγύγου. Ο Όμηρος αναφέρει την Αυλίδα σαν «πετρήεσσα» ενώ ο Στράβων στα «Βοιωτικά» του την ονομάζει «πετρώδες χωρίον».
Στην περιοχή της σημερινής Αυλίδας βρίσκεται και ο αρχαιολογικός χώρος του Ναού της Αυλιδείας Αρτέμιδας e. Πρόκειται για τα απομεινάρια ενός λαμπρού αρχαίου ιερού, που ήλθαν στο φως κατά τις ανασκαφές, που έγιναν από το 1956-1961. Στην θέση αυτή αποκαλύφθηκαν αρκετά αγάλματα (μεταξύ των οποίων της Αρτέμιδος, της Εκάτης κ.α.), επιγραφές, κιονόκρανα, οξυπύθμενοι αμφορείς, ειδώλια, όστρακα, νομίσματα κ.α. Τα ευρήματα αυτά βρίσκονται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θήβας. Ο ναός της Αυλιδείας Αρτέμιδας έχει χαρακτηριστεί ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς.
Αρχαιολογικά ευρήματα επίσης έχουν ταυτίσει τη θέση της σημερινής Ριτσώνας με την αρχαία Μυκαλλησσό μία από τις σημαντικότερες Βοιωτικές πόλεις της αρχαιότητας, που καταστράφηκε το 413 π.Χ. από 1300 Θράκες μισθοφόρους των Αθηναίων. Στη Δημοτική Ενότητα Αυλίδας περιλαμβάνονται οι κοινότητες Φάρου, Βαθέος, Παραλίας Αυλίδας και Καλοχωρίου – Παντειχίου.
Η γειτονική της Αυλίδας και της Χαλκίδας περιοχή της Ανθηδόνας παρουσιάζει επίσης εντονότατο ιστορικό ενδιαφέρον. Διάσπαρτα λείψανα αρχαίων κτισμάτων και αποβάθρας μαρτυρούν το αρχαίο παρελθόν της περιοχής. Κοντά στον οικισμό Κρόνια εντοπίζεται από τους ερευνητές ο Τύμβος του Σαλγανέα . Πρόκειται για έναν χωματόλοφο που εικάζεται πως είναι ο τύμβος του πλοηγού Σαλγανέα δημιουργήθηκε δε από τον Ξέρξη προς τιμήν του. Κατά τον Στέφανο Βυζάντιο ο σημερινός οικισμός της Δροσιάς ταυτίζεται με την αρχαία πόλη Χαλία. Στο Κτυπονήσι (ή Εγγλεζονήσι) σώζονται λείψανα κτιρίων του 6ου και 7ου αιώνα, καθώς και δεξαμενές νερού. Στη Δημοτική Ενότητα Ανθηδόνας περιλαμβάνονται η Κοινότητες Δροσιάς και Λουκισίων. Στα Λουκίσια αξίζει να δει κανείς τον βυζαντινό ναό του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου.Το εκκλησάκι ανήκει σε σπάνιο αρχιτεκτονικό τύπο μονόχωρου ναΐσκου τετράκογχου με τρούλο. Χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα.
Μεταξύ των πιο σημαντικών ελληνικών περιοχών από τουριστικής απόψεως θεωρείται ο σύγχρονος Δήμος Χαλκιδέων. Εκτός των προαναφερθέντων πολλαπλών τουριστικών ενδιαφερόντων οι περιοχές του σημερινού Δήμου, αποτελούν κυριολεκτικά πηγές διασκέδασης και απόλαυσης για τους Έλληνες και ξένους επισκέπτες που αποχωρούν πάντοτε από τη Χαλκίδα με την υπόσχεση να επιστρέψουν σύντομα.
Ο Δήμος με πληθυσμό που ξεπερνά πλέον τους 100.000 μόνιμους κατοίκους, δηλαδή το μισό πληθυσμό της Εύβοιας, κατατάσσεται στους μεγαλύτερους Δήμους της Χώρας και μάλιστα με συνεκτικά μητροπολιτικά χαρακτηριστικά οργάνωσης μεταξύ της πόλης της Χαλκίδας και των Δημοτικών Ενοτήτων Ληλαντίων, Ανθηδόνος, Αυλίδος και Ν. Αρτάκης. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αστικό πόλο στην ευρύτερη περιοχή Β.Α. Αττικής και Στερεάς Ελλάδας.
Ο νέος Δήμος παρουσιάζει εξαιρετικές δυνατότητες ανάπτυξης και στους τρεις τομείς της οικονομίας, γεγονός που επιτρέπει την συμπληρωματικότητα παραγωγικών δραστηριοτήτων και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος διαμορφώνοντας ένα ολοκληρωμένο αστικο – παραγωγικό κέντρο εθνικής σημασίας. Η Χαλκίδα χαρακτηρίζεται από έντονο δυϊσμό προσανατολισμού άφου ανήκει στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας με εντονότατες ταυτόχρονα λειτουργικές εξαρτήσεις από και προς την ευρύτερη Αθήνα.
Ο τυχερός επισκέπτης της σύγχρονης Χαλκίδας μπορεί με εύκολο τρόπο να περιηγηθεί στους δρόμους της ευβοϊκής ιστορίας, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τη φυσική μαγεία των τοπίων και των εικόνων, που προσφέρει η πόλη.
Αρχίζοντας το οδοιπορικό της ιστορικής μας αναζήτησης ξεκινάμε από τη βοιωτική πλευρά του Δήμου Χαλκιδέων και συγκεκριμένα από το Κάστρο του Kαράμπαμπα (ονομασία Οθωμανού στρατηγού που θάφτηκε εκεί). Το κάστρο του Καράμπαμπα σχεδιάστηκε από τον Εξωμότη Ενετό Γερόλυμο Γκαλότο για λογαριασμό των Οθωμανών λίγο πριν την έναρξη της πολιορκίας της Πόλης από τους Ενετούς, το 1688.
Το κάστρο διαθέτει τέσσερις προμαχώνες. Ο καθένας από αυτούς είναι εξοπλισμένος με επικλινείς ράμπες για τη μεταφορά των πυροβόλων, που στήνονταν πάνω τους κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει αυτός στα δυτικά, καθώς στο εσωτερικό διαμορφώνεται μία κινστέρνα. Μέσα στην περίμετρο των τειχών βρίσκεται η εκκλησία του Προφήτη Ηλία χτισμένη το 1895.
Σήμερα στον Δυτικό προμαχώνα φιλοξενείται μία πολύ ενδιαφέρουσα Αρχαιολογική Έκθεση. Η έκθεση περιλαμβάνει απλά αρχιτεκτονικά μέλη, ανάγλυφα από τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο εκκλησιαστικών και κοσμικών κτιρίων, επιγραφές, θυρεούς και ταφικά ανάγλυφα εξαιρετικής τέχνης, από την παλαιοχριστιανική, μεσοβυζαντινή, βενετική και οθωμανική περίοδο. Παρουσιάζεται έτσι η διαχρονική ιστορία της πόλης της Χαλκίδας και δίνονται παράλληλα πληροφορίες για τις κυριότερες εθνότητες που κατοίκησαν στην πόλη και διαμόρφωσαν τον πολυπολιτισμικό της χαρακτήρα.
Έξω από το κάστρο του Καράμπαμπα, με θέα προς την ευβοϊκή ακτή βρίσκεται ο τάφος του λογοτέχνη Γιάννη Σκαρίμπα , του μπάρμπα Γιάννη όπως τον αποκαλούν οι συντοπίτες του. Τον άνθρωπο που με το δικό του προσωπικό ύφος καυτηρίασε όσο κανείς άλλος, αλλά και αγάπησε την κοινωνία αυτής της πόλης. Είναι χαρακτηριστική η απάντησή του στις προσκλήσεις να τα-ξιδέψει μακριά από την πόλη: «Γιατί να φύγω. Εκεί που θα πάω θα σκέφτομαι τη Χαλκίδα, το λιμάνι, τα βαπόρια, τα τρένα και πάλι εδώ θα είμαι».
Κατεβαίνοντας από το κάστρο και για να φτάσουμε στην ευβοϊκή (ή νησιωτική) πλευρά της Χαλκίδας, πρέπει να διασχίσουμε μία από τις πιο ιστορικές γέφυρες της Ευρώπης. Πρόκειται για την παλαιά Γέφυρα του Ευρίπου.
Κοντά στην παλαιά γέφυρα βρίσκεται ένα ιδιαίτερο μνημείο, το κτίριο του Σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης. Το κτίριο, πετρόχτιστο στο ισόγειο, με στοιχεία νεοκλασικά στον πρώτο όροφο έχει μία χαρακτηριστική αρχιτεκτονική. Στο κτίριο προσθέτουν διαφορετική υφή, η κεραμοσκεπή με τα διακοσμητικά της στοιχεία και το ρολόι στη μέση του κτιρίου όπως επίσης και οι χαρακτηριστικές σιδεροκολώνες του υπόστεγου, απλές στη βάση τους με ιδιόμορφα στοιχεία στην κορυφή, σχηματίζουν έτσι ένα είδος κιονόκρανου. Ο σταθμός χτίστηκε το 1905.
Περνώντας μέσω της γέφυρας στην ευβοϊκή πλευρά της Χαλκίδας, κατευθυνόμαστε νοτιοανατολικά προκειμένου να εντρυφήσουμε στα μνημεία της Συνοικίας του Κάστρου, όπως ονομαζόταν παλιότερα η περιοχή γύρω από το ναό της Αγίας Παρασκευής. Αυτή ακριβώς η περιοχή ήταν η παλιά πόλη της Χαλκίδας.
Σε μικρή απόσταση από τη γέφυρα (δίπλα στην οδό Κώτσου) επί της όμορφης πλατείας «Πεσόντων Οπλιτών» συναντάμε το Τζαμί του Eμίρ Zαδέ. Πρόκειται για το μοναδικό από τα 4 τζαμιά της Χαλκίδας επί Τουρκοκρατίας, που σώζεται μέχρι σήμερα. Είναι ένα τέμενος σημαντικής ιστορικής αξίας των πρώτων χρόνων της Τουρκοκρατίας.
Νότια του Οθωμανικού Τεμένους και στην ομώνυμη οδό συναντάμαι την Οικία Παίδων, αρχοντικό το οποίο χρονολογείται από την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Λίγες δεκάδες μέτρα ακόμη νοτιότερα, βρίσκεται ο Ναός της Αγίας Παρασκευής. Πρόκειται για μία μεγάλη τρίκλιτη βασιλική. Η δίρριχτη ξύλινη οροφή πρέπει να ανήκει στη φάση του 13ου αι. και έχει πολλά παράλληλα στη δυτική Ευρώπη, αλλά και ομοιότητες με το ναό της Ίσοβας. Τα κλίτη στεγάζονται με επικλινή στέγη.
Σε άρθρο που υπογράφουν οι ερευνητές Δεληνικόλας και Βέμη, υποστηρίζεται ότι «τα ζευκτά της κεντρικής στέγης με τα φουρούσια… αποτελούν άριστα παραδείγματα βενετικής τέχνης και πρέπει να έχουν μεταφερθεί στην Χαλκίδα από τη Βενετία». Αντίστοιχα φουρούσια του 14ου αι. εντοπίζουν σε κτήρια της Βενετίας, αλλά και στην οικία του Βάιλου της Χαλκίδας, ακριβώς απέναντι από την Αγία Παρασκευή.
Οι διαστάσεις της είναι 40 μ. μήκος, 22 μ. πλάτος και 21 μ. ύψος. Στην παλαιοχριστιανική εποχή πιθανόν ανήκουν οι 10 κίονες με τα αντίστοιχα κιονόκρανα.
Θα πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό πως ο παλαιοχριστιανικός ναός της Αγίας Παρασκευής μαζί με το Τζαμί, αλλά και την Εβραϊκή Συναγωγή υπενθυμίζουν εμφαντικά το πολυπολιτισμικό παρελθόν της Χαλκίδας, στην οποία για αρκετούς αιώνες συμβίωναν κοινωνίες τριών διαφορετικών θρησκειών.
Το παλαιό κτίσμα που βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του ναού της Αγίας Παρασκευής εικάζεται πως είναι η οικία του Ενετού Βάιλου. Βάιλος ήταν ο τίτλος του εκάστοτε Ενετού διοικητή της Χαλκίδας. Τελευταίος βάιλος της Χαλκίδας ήταν ο Πάολο Eρίν-τζο, που βρήκε φρικτό θάνατο από τους Τούρκους κατακτητές της πόλης το 1470.
Πίσω από το ναό της Αγίας Παρασκευής σε σπάραγμα της πάλαι ποτέ επιβλητικής μεσαιωνικής οχύρωσης της Χαλκίδας, στεγάζεται σήμερα το πολύ ενδιαφέρον Λαογραφικό Μουσείο της πόλης.
Επίσης στην περιοχή πίσω από το ναό ήταν και το σπίτι του διεθνούς φήμης Χαλκιδαίου μουσικοσυνθέτη και βιολονίστα Νίκου Σκαλκώτα (1904-1949).
Αφετηρία μας και πάλι η παλαιά ιστορική γέφυρα του Ευρίπου. Από εκεί ακολουθούμε τον υπέροχο παραλιακό δρόμο από τη μια πλευρά και τη θαλάσσια λωρίδα του Ευρίπου από την άλλη. Στη μέση περίπου της διαδρομής δεξιά μας και απέναντι στη θάλασσα μπορούμε να θαυμάσουμε το τριώροφο νεοκλασικό μέγαρο Kότσικα, που κατασκευάστηκε την περίοδο 1904 – 1908 από τον Ποθητό Καμάρα, και στεγάζει σήμερα το Δημαρχείο της Χαλκίδας.
Έξω ακριβώς από το εντυπωσιακό κτήριο του Δημαρχείου, προς την πλευρά της παραλίας, ξεχωρίζει η προτομή του Αριστοτέλη, που στήθηκε προς τιμή του μεγάλου φιλόσοφου, ο οποίος, γεννήθηκε από Χαλκιδαία μητέρα και πέθανε στη Χαλκίδα το 322 π.Χ..
Ανατολικά του Δημαρχείου, σε μικρή απόσταση, επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου βρίσκεται το κτίριο των Δικαστηρίων. Το Δικαστικό Μέγαρο Χαλκίδος, χτίστηκε σε οικόπεδο που παραχώρησε ο Δήμος Χαλκιδέων, από υλικά των κατεδαφιστέων παλαιών τειχών. Το 1902 δημοπρατήθηκε η μελέτη του έργου και ανατέθηκε στον Ποθητό Καμάρα. Τα εγκαίνιά του έγιναν το 1909. Αποτελεί δωρεά του Α. Συγγρού.
Βορειότερα του Μουσείου, κοντά στην εμπορική καρδιά της πόλης, επί της οδού Mπαλαλαίων, βρίσκεται η Σειρήνα. Πρόκειται για κτίσμα του 18ου αιώνα. Το 1878 χρησιμοποιήθηκε ως δημοτικό ρολόι, το 1900 ως σεισμολογικός σταθμός, ενώ το 1940 τοποθετήθηκε μία από τις σειρήνες για την αεράμυνα της πόλης, Στην τελευταία χρήση οφείλεται και η ονομασία του κτιρίου.
Λίγο πιο πάνω, επί της οδού Τζαβέλα, διατηρείται ένα όμορφο τουρκικό κτήριο, που χρησιμοποιήθηκε ως εξοχική κατοικία του Ομέρ Πασά, για να αγοραστεί μετά την απελευθέρωση της Χαλκίδας (1833) από τον Ευβοέα πρωταγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Νικόλαο Κριεζώτη. Σήμερα στο κτήριο αυτό στεγάζονται τα ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα Αρχεία της Χαλκίδας με σημαντικά ντοκουμέντα από το πλούσιο ιστορικό παρελθόν της πόλης.
Ας κατηφορίσουμε όμως και πάλι προς τον παραλιακό δρόμο και ας τον διασχίσουμε μέχρι το τέλος του, όπου βρίσκεται η πανέμορφη Πλατεία Μάλλιου. Εκεί βρίσκεται το Σπίτι με τ’ Αγάλματα. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό διώροφο κτίριο, την όψη του οποίου κοσμούν στο ανώτερο τμήμα τέσσερα πήλινα αγάλματα με μορφές δύο γυναικών και δυο ανδρών. Χτίστηκε το 1891 και είχε ιδιοκτήτη το Δημήτριο Μάλλιο. Σήμερα το κτίριο έχει αποκατασταθεί και φιλοξενεί το Λύκειο Ελληνίδων και τα γραφεία της Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών.
Επί της ίδιας πλατείας λίγα μέτρα βορειότερα, προσαρμοσμένο εντυπωσιακά σε έναν βράχο εκτεθειμένο στη θάλασσα του Ευβοϊκού από τις τρεις πλευρές του, βρίσκεται το Κόκκινο Σπίτι . Κοσμεί το κρηπίδωμα στη βόρεια πλευρά της παραλίας της Χαλκίδας και αποτελεί εμβληματικό κτίριο της πόλης. Πρόκειται για αρχοντικό κτισμένο το 1884 από τον μηχανικό Κων/νο Φλέγκα. Αγοράστηκε από τον έμπορο Βασίλειο Μάλλιο το 1890. Στο κόκκινο σπίτι το 1916 διέμεινε για έξι μήνες ο βασιλιάς Πέτρος της Σερβίας με την ακολουθία του, ενώ στη διάρκεια της Κατοχής στεγάστηκε εδώ η γερμανική διοίκηση. Σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία του Δήμου Χαλκιδέων.
Ας απομακρυνθούμε τώρα από το κέντρο της Χαλκίδας και ας μεταφερθούμε με κάποιο μέσο στην περιφερειακή οδό, που παρακάμπτει την πόλη συνδέοντας τη Νότια με τη Βόρεια Εύβοια. Κοντά στον κόμβο της οδού αυτής με τη Χαλκίδα, στην περιοχή του Αγίου Στεφάνου, υπήρχε κάποτε η θρυλική πηγή της Αρέθουσας Νοτιοανατολικά από το γραφικό εκκλησάκι, σώζεται βωμός λαξευτής κλίμακος. Η τοπική παράδοση θέλει να είναι η σκάλα που οδηγούσε στο ανάκτορο της βασίλισσας Αρέθουσας. Στα βορειοδυτικά του μικρού ναού, η αρχαιολογική σκαπάνη έχει εντοπίσει νεκρικό θάλαμο μακεδονικού τύπου, που βρίσκεται στο υπόγειο της οικίας Γεροντίτη και είναι επισκέψιμος.
Λίγο πιο πάνω, στην αρχή του δρόμου προς τη Βόρεια Εύβοια, συναντάμε τις Καμάρες. Πρόκειται για τμήμα υδραγωγείου Οθωμανικών, κάτω από τα οποία περνούν σήμερα τα αυτοκίνητα που διασχίζουν τον περιφερειακό δρόμο της Χαλκίδας, καθώς κατευθύνονται προς τη Βόρεια ή τη Νότια Εύβοια.
Στην οδό Αρεθούσης, δίπλα στο εργοστάσιο Δάριγκ, βρίσκεται το αρχαίο Γυμνάσιο ή Ρωμαϊκή Παλαίστρα. Πρόκειται για ένα σχετικά μεγάλο οικοδόμημα, εμβαδού 222 τ.μ. το οποίο ανακαλύφθηκε το 1900. Αποτελείται από την κύρια αίθουσα και μια εξωτερική αυλή σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά πρότυπα της ελληνιστικής και ρωμαϊκής Χαλκίδας. Από το αρχικό οικοδόμημα σώζονται σήμερα τα θεμέλιά του και μεγάλα τμήματα των δαπέδων. Η αυλή κοσμείται με ψηφιδωτά δάπεδα.
Στην ίδια περιοχή συναντάμε και δύο μνημεία βιομηχανικής αρχιτεκτονικής. Πρόκειται για τα Κτίρια Γεωργιάδη, τα οποία σήμερα ανήκουν στην Περιφερειακή Ενότητα Ευβοίας και το βιομηχανικό Κτίριο Αρέθουσα το οποίο κτίστηκε το 1882 και ανήκε στους αδελφούς Ζάχου από την Κάρυστο. Το 1924 το εργοστάσιο στέγασε ομάδες Ελλήνων προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, οι Ιταλοί μετέτρεψαν το εργοστάσιο σε στάβλο. Αργότερα αγοράστηκε από την «Οινοπνευματοποιεία Πειραιώς» και επαναλειτούργησε. Το εργοστάσιο έκλεισε οριστικά το 1980.
Στην ίδια περιπατητική ενότητα και επί της οδού Βενιζέλου βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πόλης. Κατασκευάστηκε το 1900 σε σχέδια του Αθηναίου αρχιτέκτονα Α. Λυκάκη. Φιλοξενεί στις συλλογές του ευρήματα από διάφορες χρονολογικές περιόδους της αρχαιότητας. Στον προαύλιο χώρο του κτιρίου εκτίθενται ταφικά μνημεία, επιγραφές καθώς και χαρακτηριστικά έργα πλαστικής. Στην είσοδο του προαυλίου υπάρχει ακέφαλη ερμαϊκή στήλη προερχόμενη από το Ενετικό Φρούριο που προφανώς είχε τη μορφή του Διονύσου. Το έργο χρονολογείται στην ύστερη αρχαιότητα. Στη στοά του Μουσείου ανάμεσα στα άλλα εκθέματα μπορεί να θαυμάσει κανείς αγάλματα υπερφυσικού μεγέθους, που χρονολογούνται στην περίοδο της Ρωμαιοκρατίας. Μέσα στις δύο αίθουσες του κτηρίου εκτίθενται ευρήματα της παλαιολιθικής περιόδου, κυρίως από την περιοχή της Ν. Αρτάκης, της νεολιθικής από τη Σκοτεινή Θαρρουνίων και της πρωτοελλαδικής που έχουν βρεθεί στην Μάνικα. H δεύτερη αίθουσα φιλοξενεί ευρήματα της κλασικής και της αρχαίας περιόδου. Μεταξύ αυτών ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας είναι τα δύο κεφάλια Κούρου και Κόρης (6ου αι. π.X.), καθώς και δύο χρυσά στεφάνια των ελληνιστικών χρόνων. Αξιόλογη είναι και η νομισματική συλλογή του Μουσείου, στην οποία περιλαμβάνονται νομίσματα διαφόρων ιστορικών περιόδων από όλη την Εύβοια και από άλλες περιοχές.
Η οδική πρόσβαση της Χαλκίδας στην υπόλοιπη Ελλάδα γίνεται μέσω της ΠΑΘΕ στον κόμβο Σχηματαρίου από την οποία εισερχόμαστε στον νέο κλειστό αυτοκινητόδρομο Σχηματάρι – Χαλκίδα που εξασφαλίζει την ασφαλή, γρήγορη και άνετη πρόσβαση στην πόλη της Χαλκίδας. Πυκνότατα είναι τα δρομολόγια των ΚΤΕΛ Χαλκίδας-Αθηνών (ανά μισή ώρα) και αντιστρόφως, ενώ η σιδηροδρομική σύνδεση (ανα μία ώρα περίπου) προσφέρει στους ρομαντικούς τη χαρά να απολαύσουν τις παλιές καλές εποχές του τρένου. Παράλληλα όμως με το ρομαντισμό η σιδηροδρομική σύνδεση Χαλκίδας-Αθήνας είναι οικονομική και ταχύτατη.
Το οδικό δίκτυο που οδηγεί σε ενδιαφέροντες χώρους και παραλίες της ευρύτερης περιοχής (Αρτάκη, Αυλίδα, Ανθηδόνα, Βασιλικό, Φύλλα, Λευκαντί,) είναι αρκετά ικανοποιητικό, ενώ εκτελούνται καθημερινά συχνά δρομολόγια μέσω των Αστικών ΚΤΕΛ.